Μοράβα

Μοράβα
(Morava). Ποταμός (503 χλμ.) της Σερβίας, δεξιός παραπόταμος του Δούναβη. Σχηματίζεται από τη συμβολή των ποταμών Νότιου και Δυτικού Μ. Έχει έκταση λεκάνης 38.000 τ.χλμ., από τα οποία τα 1.200 βρίσκονται στο έδαφος της Βουλγαρίας. Διασχίζει λόφους και χαμηλά βουνά καθώς και την εύφορη και πυκνοκατοικημένη ομώνυμη πεδιάδα, στην οποία σχηματίζει μαίανδρους. Τα νερά του Μ. χρησιμοποιούνται για άρδευση και μεταφορά ξυλείας. Στη κοιλάδα του είναι χτισμένες οι πόλεις Παράτσιν και Τσούπριγια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Γιουγκοσλαβία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας Παλαιότερη ονομασία: Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας Έκταση: 102.173 τ.χλμ Πληθυσμός: 10.656.929 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Βελιγράδι (1.280.600 κάτ. το 2002)Κράτος …   Dictionary of Greek

  • Σερβία — I (Srbija). Ομόσπονδη Δημοκρατία της πρώην Γιουγκοσλαβίας, της οποίας καταλαμβάνει κατά μεγάλο μέρος το ανατολικό τμήμα. Έχει έκταση 88.364 τ. χλμ. και πληθυσμό 9.830.000 περίπου κατ. Πρωτεύουσα είναι το Βελιγράδι, που είναι επίσης και πρωτεύουσα …   Dictionary of Greek

  • μοράβια — (τσεχ. Morava, γερμ. Mahren). Ιστορική γεωγραφική περιοχή (26.095 τ.χλμ., περ. 4.000.000 κάτ. το 1999) της Τσεχίας· αποτελεί, μαζί με τη Βοημία, μια από τις δυο περιοχές που αποτελούν την Τσεχία και διαιρείται διοικητικά στις επαρχίες της Βόρειας …   Dictionary of Greek

  • Αυστρία — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 18 Μαρτίου 1874. Το αστρικό φωτογραφικό του μέγεθος στη μέση αντίθεσή του είναι 13,1 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και 10,8 από τον Ήλιο. II Κράτος της κεντρικής… …   Dictionary of Greek

  • Τσεχία — Συνορεύει στα βόρεια με τη Γερμανία και την Πολωνία, στα νότια με τη Αυστρία και στα νοτιοανατολικά με τη Σλοβακία.Όταν διασπάστηκε η Τσεχοσλοβακία, στη Δημοκρατία της Τσεχίας παρέμειναν το ιστορικό βασίλειο της Βοημίας, η Μοραβία και τμήμα της… …   Dictionary of Greek

  • δουνάβιοι πολιτισμοί — Πολιτισμοί που αναπτύχθηκαν από τη νεολιθική εποχή και βασίστηκαν κυρίως στην καλλιέργεια της εύφορης γης του λεκανοπέδιου του Δούναβη. Οι πολιτισμοί αυτοί αναπτύχθηκαν από τους εγχώριους πληθυσμούς που ζούσαν παλαιότερα από το κυνήγι ή ήταν… …   Dictionary of Greek

  • Ναϊσός — Αρχαία ρωμαϊκή πόλη της Μοισίας. Βρισκόταν στη Δαρδανία και ήταν χτισμένη κοτά σε έναν παραπόταμο του Μάργου (Μοράβα). Άκμασε τον 3o και 4o αι. και υπήρξε πατρίδα του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Κοντά στη N., ο αυτοκράτορας Κλαυδιανός νίκησε το 269 μ.Χ …   Dictionary of Greek

  • νίς — I (Nice). Πόλη της Γαλλίας, πιο γνωστή με την ελληνική ονομασία της, Νίκαια (βλ. λ.). II (Nish). Πόλη (174.000 κάτ. το 2003) της Σερβίας. Βρίσκεται στην κεντρική Σερβία, στον ποταμό Νισάβα, παραπόταμο του Μοράβα. Είναι οχυρωμένη πόλη και σπουδαίο …   Dictionary of Greek

  • Βαλκανική χερσόνησος — Είναι η ανατολικότερη από τις τρεις ευρωπαϊκές χερσονήσους που βρέχονται από τη Μεσόγειο. Τα όριά της είναι μερικώς ακαθόριστα, επειδή δεν υπάρχει ένα σαφές διαχωριστικό φράγμα στα βόρειά της, όπου συνδέεται σε μήκος περίπου 1.200 χλμ. με τον… …   Dictionary of Greek

  • Βελιγράδι — (Beograd). Πόλη (1.168.454 κάτ. το 2000), πρωτεύουσα της Σερβίας και της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας (Σερβία και Μαυροβούνιο), χτισμένη στη συμβολή των ποταμών Δούναβη και Σάβου. Σε άριστη φυσική θέση, εκεί όπου φτάνει σε πεδιάδα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”